Local Guides World

mpampis antoniadis

3 reviews on 1 places
City of London School for Girls (CLSG) is a independent school located in the City of London. It is the partner school of the all-boys City of London School and the City of London Freemen's School All three schools receive funding from the City's Cash.[1]

History
The school was founded using a bequest by William Ward, a merchant of Brixton, in 1894.[2] It was his conviction that girls should be given a broad and liberal education with an emphasis on scholarship; he left a third of his fortune to the City of London to fund the foundation of a girls' school, a £20,000 legacy for the City of London Corporation. The school now receives financial support from the City Livery Companies as well as banks and other City firms. Links with the City of London remain strong – the City administers the school and the Board of Governors is appointed by the Court of Common Council. The school has strong links with its brother school – the City of London School is just a 15-minute walk away.

The school celebrated its 110th Anniversary in 2004–2005, under the title of 'Women in Leadership'. It celebrated its 111th Anniversary in 2005–2006, under the same title. It celebrated its 112th Anniversary in 2006–2007 under the title of 'International Women in Leadership'.
Γεννήθηκε στην Προύσα στις 23 Οκτωβρίου 1919. Ο πατέρας του, Λεωνίδας, ήταν από τη Σάμο και η μητέρα του από την Ίμβρο.[6] Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή η οικογένειά εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη.

Μπήκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης το 1936, όπου προσωπικότητες όπως αυτή του καθηγητή Κωνσταντίνου Ρωμαίου, του κίνησαν σε πρώτο στάδιο το αρχαιολογικό του ενδιαφέρον. Ενώ ήταν φοιτητής, ο Ανδρόνικος εργάστηκε σαν βοηθός δίπλα στον Ρωμαίο στην ανασκαφή της Βεργίνας. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του το 1941, διορίστηκε φιλόλογος σε γυμνάσιο του Διδυμότειχου. Στη συνέχεια διέφυγε στη Μέση Ανατολή, κατατάχτηκε στον Ελληνικό Στρατό και πήρε μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις[7] όπου υπηρέτησε ως λοχίας στο 8ό τάγμα της ΙΙ ταξιαρχίας η οποία εστάλη στην Τρίπολη της Κυρηναϊκής να φυλάει αιχμαλώτους λόγω ότι ήταν «δημοκρατική».[8]

Μετά τον πόλεμο εργάστηκε στη σχολή «Σχοινά» της Θεσσαλονίκης και το 1949 διορίστηκε επιμελητής αρχαιοτήτων στην εφορεία Κεντρικής Μακεδονίας. Το 1952 έγινε καθηγητής Kλασικής Aρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Το διάστημα 1954-1955 μετεκπαιδεύτηκε στην Οξφόρδη, δίπλα στον Σερ Τζον Μπίζλι (Sir John D. Beazley, 1954-1955). Το 1957 εξελέγη υφηγητής της Αρχαιολογίας (Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης) με τη διατριβή «Λακωνικά ανάγλυφα». Το 1961 εκλέχτηκε έκτακτος καθηγητής της Β΄ έδρας Αρχαιολογίας και το 1964 τακτικός καθηγητής στην ίδια έδρα.

Ήταν παντρεμένος με την Ολυμπία Kακουλίδου (1921-2012), την οποία γνώρισε στη σχολή «Σχοινά». Αγαπούσε ιδιαίτερα τις τέχνες και τα γράμματα. Διάβαζε πολύ και υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου «Η τέχνη». Aγαπούσε τον Κωστή Παλαμά, τον Γιώργο Σεφέρη και τον Οδυσσέα Eλύτη.

Πραγματοποίησε πολλές ανασκαφικές έρευνες στη Βέροια, τη Νάουσα, το Κιλκίς, τη Χαλκιδική, τη Θεσσαλονίκη, αλλά το κύριο ανασκαφικό του έργο συγκεντρώθηκε στη Βεργίνα, όπου ανέσκαψε το σημαντικότατο νεκροταφείο τύμβων των γεωμετρικών χρόνων και συνέχισε σε συνεργασία με τον Γ. Μπακαλάκη την ανασκαφή του ελληνιστικού ανακτόρου που είχε αρχίσει το 1937 ο Κ. Α. Ρωμαίος, εκ μέρους του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Ο Αθανάσιος Διάκος (4 Ιανουαρίου 1788 - 24 Απριλίου 1821) ήταν ένας από τους Έλληνες πρωταγωνιστές ήρωες-οπλαρχηγούς του πρώτου έτους της Επανάστασης του 1821 που έδρασε στη Στερεά Ελλάδα. Σύμφωνα με μια εκδοχή, το πραγματικό του όνομα ήταν Αθανάσιος Γραμματικός[2][3][4][5] ή κατά άλλους ήταν Αθανάσιος Μασσαβέτας [6]. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1818 και το 1820 έγινε αρματολός στη Λιβαδειά. Τον Απρίλιο του 1821 σε συνεργασία με άλλους οπλαρχηγούς κατέλαβε το φρούριο της Λιβαδειάς και χρησιμοποιώντας το σαν ορμητήριο, έδωσε πολλές νικηφόρες μάχες. Κατέλαβε την γέφυρα της Αλαμάνας και στις 23 Απριλίου 1821 έδωσε μάχη με τα στρατεύματα του Ομέρ Βρυώνη. Στη μάχη αυτή συνελήφθη και αφού μεταφέρθηκε στη Λαμία δολοφονήθηκε με ανασκολοπισμό (λογοτεχνικά αναφέρεται ότι "σουβλίστηκε") από τους Τούρκους και κάηκε στις 24 Απριλίου 1821.

Ο Ελληνικός Στρατός του απένειμε τιμητικά τον βαθμό του Στρατηγού[